Peignent στα ελληνικά

Μετάφραση: peignent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάφω, χτένα, χτενίζω, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει
Peignent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aloi στα ελληνικά - ευγενικός, είδος, ποιότητα, καλός, ΑΙοί, Aloi, του Aloi
  • amoncellement στα ελληνικά - συρροή, συναρμολόγηση, στοιβάζω, στοιβάδα, σωρός, στοίβα, σύναξη, ...
  • arôme στα ελληνικά - γλυκύτητα, ευωδιά, μυρωδιά, μπουκέτο, άρτυμα, γεύση, μυρίζω, ...
  • asticot στα ελληνικά - ιδιοτροπία, της Κάμπης της, κάμπης μύγας της, κάμπη μύγας της, της κάμπης
Τυχαίες λέξεις
Peignent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάφω, χτένα, χτενίζω, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει