Personne στα ελληνικά

Μετάφραση: personne, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κανείς, ανθρώπινος, πρόσωπο, άτομο, κάποιος, όμοιος, ένα, άνθρωπος, χαρακτήρας, περιεργάζομαι, θνητός, θανάσιμος, ατομικός, ένας, κανένας, ομότιμος, κανείς δεν, κανένας δεν, ουδείς
Personne στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • baie στα ελληνικά - χάσμα, άβυσσος, ρυάκι, κόλπος, μούρο, ρόγα, ρεύμα, ...
  • ballons στα ελληνικά - κρεμιέμαι, κουνώ, μπαλόνια, αερόστατα, μπαλονιών, τα μπαλόνια, Balloons
  • capoté στα ελληνικά - ανέτρεψε, ανατράπηκε, ανατραπεί, ανατρέπεται, ανατροπής
Τυχαίες λέξεις
Personne στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κανείς, ανθρώπινος, πρόσωπο, άτομο, κάποιος, όμοιος, ένα, άνθρωπος, χαρακτήρας, περιεργάζομαι, θνητός, θανάσιμος, ατομικός, ένας, κανένας, ομότιμος, κανείς δεν, κανένας δεν, ουδείς