Phénoménal στα ελληνικά
Μετάφραση: phénoménal, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκπληκτικός, θαυμαστός, φαινομενικός, εκπληκτική, πρωτοφανής, φαινομενική, φαινομενικό
Μεταφράσεις
- abaissez στα ελληνικά - ελαττώνω, περιορίζω, μειώνω, χαμηλότερος, κάτω, χαμηλότερο, χαμηλότερη, ...
- approchez στα ελληνικά - προσεγγίζω, προσέγγιση, πλησιάζω, μέθοδος, προσέγγισης, προσέγγιση που, την προσέγγιση, ...
- ardennes στα ελληνικά - Αρδέννες, Αρδεννών, Αρδένες, Αρντέν
- baillèrent στα ελληνικά - χασμουρήθηκε, χασμουρήθηκα, Ερώτησε βαριεστημένα
Τυχαίες λέξεις
Phénoménal στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκπληκτικός, θαυμαστός, φαινομενικός, εκπληκτική, πρωτοφανής, φαινομενική, φαινομενικό
Μεταφράσεις: εκπληκτικός, θαυμαστός, φαινομενικός, εκπληκτική, πρωτοφανής, φαινομενική, φαινομενικό