Pont στα ελληνικά

Μετάφραση: pont, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάστρωμα, σανίδα, γεφυρώνω, σπιθαμή, επιβιβάζομαι, γέφυρα, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας
Pont στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abrége στα ελληνικά - μειώνω, περιορίζω, συντέμνω, βραχύνω, συντομεύω
  • antimoine στα ελληνικά - αντιμόνιο, αντιμονίου, του αντιμονίου, το αντιμόνιο, αντιμονίου που
  • apparentons στα ελληνικά - συνδέω
  • chevron στα ελληνικά - καδρόνι, πάτερο, σιρίτι, Chevron, η Chevron, Ελληνικά εισαγωγικά chevron, της Chevron
Τυχαίες λέξεις
Pont στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάστρωμα, σανίδα, γεφυρώνω, σπιθαμή, επιβιβάζομαι, γέφυρα, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας