Précisément στα ελληνικά
Μετάφραση: précisément, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρόντος, ακριβέστατα, οξυδερκής, μόλις, δεξιός, αιφνίδιος, κρότος, μυτερός, κοφτερός, δικαίωμα, γδούπος, σταθμίζω, ακριβώς, δίκαιος, ακόμα, σωστός, ακρίβεια, επακριβώς, με ακρίβεια, συγκεκριμένα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adjurer στα ελληνικά - θερμοπαρακαλώ, εξορκίζω, εκλιπαρώ, ικετεύω, ορκίζω
- captivé στα ελληνικά - γοητευμένος, συναρπάσει, γοητευμένοι, γοήτευε, fascinated
- carrossable στα ελληνικά - διαβατός, κατάλληλα, μέτριος, βατός, βατό
- clarifiez στα ελληνικά - αποσαφηνίζω, διασαφηνίζω, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, να διευκρινίσει, διευκρινιστεί
Τυχαίες λέξεις
Précisément στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρόντος, ακριβέστατα, οξυδερκής, μόλις, δεξιός, αιφνίδιος, κρότος, μυτερός, κοφτερός, δικαίωμα, γδούπος, σταθμίζω, ακριβώς, δίκαιος, ακόμα, σωστός, ακρίβεια, επακριβώς, με ακρίβεια, συγκεκριμένα
Μεταφράσεις: βρόντος, ακριβέστατα, οξυδερκής, μόλις, δεξιός, αιφνίδιος, κρότος, μυτερός, κοφτερός, δικαίωμα, γδούπος, σταθμίζω, ακριβώς, δίκαιος, ακόμα, σωστός, ακρίβεια, επακριβώς, με ακρίβεια, συγκεκριμένα