Procurer στα ελληνικά

Μετάφραση: procurer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δίνω, προνοώ, προμηθεύομαι, επιπλώνω, παρέχω, προμηθεύω, κάνω, προμήθεια, φέρνω, παροχή, ασφαλής, διασφαλίζω, προσφέρω, παραδίνω, εκφωνώ, αποκτώ, αποκτήσουν, την απόκτηση, αποκτήσετε, αποκτήσει, απόκτηση
Procurer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ajournez στα ελληνικά - αναβάλλω, διακόπτω, αναβάλλει, αναβάλει, διακόψουμε
  • anthropoïde στα ελληνικά - ανθρωποειδής, πίθηκος, ανθρωποειδείς, ανθρωποειδών, ανθρωποειδή, ανθρωποειδές
  • autorail στα ελληνικά - αμαξοστοιχία, τρένο, το τρένο, σταθμό, αμαξοστοιχίας
  • commercer στα ελληνικά - πράξη, επάγγελμα, πραμάτεια, εμπόριο, μοιράζω, αγορά, επιτήδευμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Procurer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δίνω, προνοώ, προμηθεύομαι, επιπλώνω, παρέχω, προμηθεύω, κάνω, προμήθεια, φέρνω, παροχή, ασφαλής, διασφαλίζω, προσφέρω, παραδίνω, εκφωνώ, αποκτώ, αποκτήσουν, την απόκτηση, αποκτήσετε, αποκτήσει, απόκτηση