Prospérer στα ελληνικά
Μετάφραση: prospérer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανθώ, ευημερώ, κραδαίνω, επιτυγχάνω, ευδοκιμώ, προκόβω, έξαρση, ανθίζω, ακμάζω, ευδοκιμούν, ευδοκιμήσουν, αναπτύσσονται, να ευδοκιμήσουν, ευδοκιμήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abyssal στα ελληνικά - απειροβαθής, χαώδης, αβυσσιακό, αβυσσική
- brodés στα ελληνικά - Κεντημένα, Κεντημένες, Κεντημένοι, Κεντημένο, Κεντητά
- causèrent στα ελληνικά - προκαλείται, προκαλούνται, που προκαλείται, που προκαλούνται, προκάλεσε
Τυχαίες λέξεις
Prospérer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανθώ, ευημερώ, κραδαίνω, επιτυγχάνω, ευδοκιμώ, προκόβω, έξαρση, ανθίζω, ακμάζω, ευδοκιμούν, ευδοκιμήσουν, αναπτύσσονται, να ευδοκιμήσουν, ευδοκιμήσει
Μεταφράσεις: ανθώ, ευημερώ, κραδαίνω, επιτυγχάνω, ευδοκιμώ, προκόβω, έξαρση, ανθίζω, ακμάζω, ευδοκιμούν, ευδοκιμήσουν, αναπτύσσονται, να ευδοκιμήσουν, ευδοκιμήσει