Putrescence στα ελληνικά
Μετάφραση: putrescence, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαπίζω, φθορά, παρακμάζω, παρακμή, σαπίλα, σήψης, αποσύνθεση, σαπρότης, σαπρότητα
Μεταφράσεις
- aborder στα ελληνικά - προσγειώνω, φθάνω, προσγειώνομαι, προσέγγιση, φτάνω, αποκτώ, παίρνω, ...
- artificiel στα ελληνικά - συνθετικός, χλευάζω, σαρκάζω, επιτηδευμένος, περιγελώ, τεχνητός, τεχνητή, ...
- autorisons στα ελληνικά - να επιτρέψει, να εγκρίνει, εξουσιοδοτήσει, επιτρέπουν, να επιτρέπουν
Τυχαίες λέξεις
Putrescence στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαπίζω, φθορά, παρακμάζω, παρακμή, σαπίλα, σήψης, αποσύνθεση, σαπρότης, σαπρότητα
Μεταφράσεις: σαπίζω, φθορά, παρακμάζω, παρακμή, σαπίλα, σήψης, αποσύνθεση, σαπρότης, σαπρότητα