Récemment στα ελληνικά
Μετάφραση: récemment, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αργός, όψιμος, πρόσφατα, αποθανών, αργά, προσφάτως, τελευταία, πρόσφατη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accensons στα ελληνικά - ενοίκιο, ενοικιάζω, νοίκι
- accommodé στα ελληνικά - στεγάζονται, στεγάζεται, φιλοξενούνται, φιλοξενηθούν, φιλοξενηθεί
- assouplir στα ελληνικά - μαλακώνω, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει
Τυχαίες λέξεις
Récemment στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αργός, όψιμος, πρόσφατα, αποθανών, αργά, προσφάτως, τελευταία, πρόσφατη
Μεταφράσεις: αργός, όψιμος, πρόσφατα, αποθανών, αργά, προσφάτως, τελευταία, πρόσφατη