S'armer στα ελληνικά

Μετάφραση: s'armer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όπλο, χέρι, μπράτσο, βραχίονα, βραχίονας, σκέλος
S'armer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chauffées στα ελληνικά - θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται
  • complètement στα ελληνικά - αρκετά, πλήρως, ακριβώς, εντελώς, νεκρός, ακέραιος, μεστός, ...
Τυχαίες λέξεις
S'armer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όπλο, χέρι, μπράτσο, βραχίονα, βραχίονας, σκέλος