Section στα ελληνικά
Μετάφραση: section, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεζάρω, κλάδος, εκτείνομαι, κολόνα, τμήμα, μερίδιο, μεραρχία, χωρισμός, χωρίζω, διαίρεση, διαχωρισμός, τεντώνομαι, διχασμός, τομή, διατομή, χωρίστρα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adonna στα ελληνικά - επιδοθεί, υπέκυψαν, εάν θέλουμε, ικανοποίησε
- angélique στα ελληνικά - γλυκός, επουράνιος, καραμέλα, αγγελικός, αγγελική, Angelica, αγγελικής, ...
- baignèrent στα ελληνικά - λουσμένα
- centralisent στα ελληνικά - συγκεντρώνει, συγκεντρώνουν, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν, συγκεντρωτική
Τυχαίες λέξεις
Section στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεζάρω, κλάδος, εκτείνομαι, κολόνα, τμήμα, μερίδιο, μεραρχία, χωρισμός, χωρίζω, διαίρεση, διαχωρισμός, τεντώνομαι, διχασμός, τομή, διατομή, χωρίστρα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο
Μεταφράσεις: τεζάρω, κλάδος, εκτείνομαι, κολόνα, τμήμα, μερίδιο, μεραρχία, χωρισμός, χωρίζω, διαίρεση, διαχωρισμός, τεντώνομαι, διχασμός, τομή, διατομή, χωρίστρα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο