Tendresse στα ελληνικά
Μετάφραση: tendresse, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεπτότητα, λιχουδιά, τρυφερότητα, άλγος, στοργή, πόνος, ευαισθησία, την τρυφερότητα, τρυφερότητας, ευαισθησίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abritèrent στα ελληνικά - προστατευμένη, προστατευόμενα, προφυλαγμένη, προφυλαγμένα, προστατευμένο
- bombardèrent στα ελληνικά - βομβαρδίστηκε, βομβάρδισαν, βομβαρδίστηκαν, βομβάρδισε, βομβαρδίζεται
- brodées στα ελληνικά - Κεντημένα, Κεντημένες, Κεντημένοι, Κεντημένο, Κεντητά
- bâiller στα ελληνικά - χασμουριέμαι, χασμουρητό, το χασμουρητό, χασμουριόμαστε, να χασμουριέται, λέμβος
Τυχαίες λέξεις
Tendresse στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεπτότητα, λιχουδιά, τρυφερότητα, άλγος, στοργή, πόνος, ευαισθησία, την τρυφερότητα, τρυφερότητας, ευαισθησίας
Μεταφράσεις: λεπτότητα, λιχουδιά, τρυφερότητα, άλγος, στοργή, πόνος, ευαισθησία, την τρυφερότητα, τρυφερότητας, ευαισθησίας