Τρυφερότητα στα γαλλικά
Μετάφραση: τρυφερότητα, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
amour, tendresse, affection, maladie, attachement, piété, prédilection, émotion, la tendresse, sensibilité, de tendresse, tendreté
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρυφερότητα
τρυφερότητα ποίηση, τρυφερότητα συνωνυμα, τρυφερότητα ταινία, τρυφερότητα κρέατος, τρυφερότητα συνώνυμο, τρυφερότητα λεξικό γλώσσας γαλλικά, τρυφερότητα στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- τρυπώ στα γαλλικά - picoter, crever, ponctionner, aiguillonner, lanciner, piqûre, piquer, ...
- τρυφερός στα γαλλικά - subtil, cassable, mou, offre, croustillant, impressionnable, croquant, ...
- τρωκτικό στα γαλλικά - rongeur, rongeurs, les rongeurs, des rongeurs, de rongeurs
- τρόμος στα γαλλικά - atterrent, suée, crainte, transe, effaroucher, effrayer, effroi, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρυφερότητα στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: amour, tendresse, affection, maladie, attachement, piété, prédilection, émotion, la tendresse, sensibilité, de tendresse, tendreté
Μεταφράσεις: amour, tendresse, affection, maladie, attachement, piété, prédilection, émotion, la tendresse, sensibilité, de tendresse, tendreté