Tripotée στα ελληνικά

Μετάφραση: tripotée, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ράπισμα, στοιβάζω, συρρέω, διασυρμός, έξοχος, ορδή, στοίβα, στοιβάδα, σωρός, αγέλη, κοπάδι, ραμφίζω, πλήθος, κοπάδι χήνες, Μπόλικοι, gaggle, μπόλικους, μπόλικους ακόμη
Tripotée στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • agrippé στα ελληνικά - άρπαξε, πιάνονται, έπιασε, άρπαξε το, αρπάξει
  • atteignirent στα ελληνικά - φθάσει, επιτευχθεί, έφτασε, έφθασε, φτάσει
  • attitré στα ελληνικά - αναγνωρισμένος, αναγνωρίζονται, αναγνωρίζεται, αναγνωριστεί, αναγνωρισμένο
Τυχαίες λέξεις
Tripotée στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ράπισμα, στοιβάζω, συρρέω, διασυρμός, έξοχος, ορδή, στοίβα, στοιβάδα, σωρός, αγέλη, κοπάδι, ραμφίζω, πλήθος, κοπάδι χήνες, Μπόλικοι, gaggle, μπόλικους, μπόλικους ακόμη