Véhicule στα ελληνικά
Μετάφραση: véhicule, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όχημα, οχήματος, οχημάτων, του οχήματος, αυτοκινήτου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agenouiller στα ελληνικά - γονατίζω, γονυπετώ, γονατίσει, γονατίζουν, γονατίσουν, γονατίσω
- amaigrissent στα ελληνικά - αδυνατίζω
- appréhendons στα ελληνικά - σύλληψη, συλλάβει, συλλάβουν, τη σύλληψη, συλληφθούν
- centaine στα ελληνικά - αιώνας, εκατόν, εκατονταετηρίδα, εκατό, εκατοντάδες, εκατοντάδων, διακόσια
Τυχαίες λέξεις
Véhicule στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όχημα, οχήματος, οχημάτων, του οχήματος, αυτοκινήτου
Μεταφράσεις: όχημα, οχήματος, οχημάτων, του οχήματος, αυτοκινήτου