Absonderung στα ελληνικά

Μετάφραση: absonderung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απορρίπτω, εκπομπή, έκλυση, έκκριση, έκκρισης, την έκκριση, εκκρίσεως, της έκκρισης
Absonderung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absonderlichste στα ελληνικά - παράξενα, πιο παράξενα, πιο παράξενο, πιο περίεργο, παράξενες
  • absonderungen στα ελληνικά - εκκρίσεις, εκκρίσεων, τις εκκρίσεις, εκκρίματα, εκκρίσεις του
  • absorber στα ελληνικά - απορροφητήρας, απορροφητή, απορρόφησης, απορροφητής, απορροφητήρα
Τυχαίες λέξεις
Absonderung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απορρίπτω, εκπομπή, έκλυση, έκκριση, έκκρισης, την έκκριση, εκκρίσεως, της έκκρισης