Abstürzen στα ελληνικά
Μετάφραση: abstürzen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκπίπτω, πτώση, πέφτω, δυστύχημα, σύγκρουση, συντριβή, σύγκρουσης, συντριβής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abstände στα ελληνικά - Αποστάσεις, αποστάσεων, Οι αποστάσεις, απόσταση, τις αποστάσεις
- abstürze στα ελληνικά - συντριβές, κολλάει, συγκρούσεις, διακόπτεται, ατυχήματα
- abstürzend στα ελληνικά - συντριβή, συντρίβοντας, συντρίβεται, συντρίβει, συντριβεί
- abstützend στα ελληνικά - υποστηρικτικά, αντιστήριγμα, υποστηρίζοντάς, ως αντιστήριγμα, υποστηρίζοντάς τα
Τυχαίες λέξεις
Abstürzen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκπίπτω, πτώση, πέφτω, δυστύχημα, σύγκρουση, συντριβή, σύγκρουσης, συντριβής
Μεταφράσεις: εκπίπτω, πτώση, πέφτω, δυστύχημα, σύγκρουση, συντριβή, σύγκρουσης, συντριβής