Abstrahlen στα ελληνικά
Μετάφραση: abstrahlen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακτινοβολώ, εκπέμπω, έκρηξη, ακτινοβολούν, εκπέμπει, εκπέμψει, ακτινοβολεί
Μεταφράσεις
- abstrahiert στα ελληνικά - περιλήψεις, αποσπάσματα, περιλήψεων, abstracts, οι περιλήψεις
- abstrahlend στα ελληνικά - ακτινοβολούν, ακτινοβόλο, ακτινοβολεί, ακτινοβολώντας, που ακτινοβολεί
- abstrahlung στα ελληνικά - εκπομπή, ακτινοβολία, έκλυση, ξεμπλοκάρισμα, Breakout, ξεμπλοκαρίσματος, ξέσπασμα
Τυχαίες λέξεις
Abstrahlen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακτινοβολώ, εκπέμπω, έκρηξη, ακτινοβολούν, εκπέμπει, εκπέμψει, ακτινοβολεί
Μεταφράσεις: ακτινοβολώ, εκπέμπω, έκρηξη, ακτινοβολούν, εκπέμπει, εκπέμψει, ακτινοβολεί