Abweichung στα ελληνικά

Μετάφραση: abweichung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαφορά, αναχώρηση, παρέκκλιση, φάλτσο, ασυμφωνία, απόκλιση, εκδρομή, λοξοδρομώ, παρεκτροπή, απόκλισης, αποκλίσεις
Abweichung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abweichen στα ελληνικά - διαφέρουν, διαφέρει, να διαφέρουν, να διαφέρει, διαφορετικές
  • abweichend στα ελληνικά - εναλλακτικός, αποκλίνουσες, αποκλίνοντα, αποκλίνουσα, αποκλινουσών, αποκλινόντων
  • abweichungen στα ελληνικά - αποκλίσεις, αποκλίσεων, παρεκκλίσεις, οι αποκλίσεις, παρεκκλίσεων
  • abweisend στα ελληνικά - απωθητικό, απωθητική, απωθητικές, απώθησης, απωθητικά
Τυχαίες λέξεις
Abweichung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαφορά, αναχώρηση, παρέκκλιση, φάλτσο, ασυμφωνία, απόκλιση, εκδρομή, λοξοδρομώ, παρεκτροπή, απόκλισης, αποκλίσεις