Λοξοδρομώ στα γερμανικά

Μετάφραση: λοξοδρομώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schleudern, ausbrechen, ablenkung, drehen, abweichung, gieren, pur, schier, rein, steil, bloß
Λοξοδρομώ στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λοξοδρομώ

λοξοδρομώ συνώνυμο, λοξοδρομώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, λοξοδρομώ στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • λοιπόν στα γερμανικά - aufspritzen, quelle, nun!, gesund, aufsprudeln, wohl, tiefbett, ...
  • λοξά στα γερμανικά - seitwärts, schief, schräg, schräg nach, sich schräg
  • λοξοκοιτάζω στα γερμανικά - schielen, loxokoitazo
  • λοξός στα γερμανικά - mittelbar, krumm, schräg, unredlich, versteckt, indirekt, verblümt, ...
Τυχαίες λέξεις
Λοξοδρομώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: schleudern, ausbrechen, ablenkung, drehen, abweichung, gieren, pur, schier, rein, steil, bloß