Allgemein στα ελληνικά
Μετάφραση: allgemein, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γενικός, στρατηγός, κοινός, θεωρητικός, χαρακτηριστικός, γενικά, γενικώς, γένει, εν γένει, συνήθως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- allgegenwärtig στα ελληνικά - πανταχού παρών, πανταχού παρούσα, πανταχού, παντού, πανταχού παρόν
- allgegenwärtige στα ελληνικά - πανταχού παρών, πανταχού παρούσα, πανταχού, παντού, πανταχού παρόν
- allgemeine στα ελληνικά - γενικός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές
- allgemeingültig στα ελληνικά - παγκόσμιος, καθολική, καθολικής, καθολικό, την καθολική, της καθολικής
Τυχαίες λέξεις
Allgemein στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γενικός, στρατηγός, κοινός, θεωρητικός, χαρακτηριστικός, γενικά, γενικώς, γένει, εν γένει, συνήθως
Μεταφράσεις: γενικός, στρατηγός, κοινός, θεωρητικός, χαρακτηριστικός, γενικά, γενικώς, γένει, εν γένει, συνήθως