Angleichend στα ελληνικά
Μετάφραση: angleichend, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίπου, αφομοιωτικός, εξομοιωτικό, αφομο, αφομοιωτικών, αφομοιωτικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- angezündet στα ελληνικά - αναμμένος, αναμμένα, φωτισμένο, αναμμένο, φωτιζόμενο
- angina στα ελληνικά - κυνάγχη, στηθάγχη, στηθάγχης, της στηθάγχης, τη στηθάγχη
- angleichung στα ελληνικά - απορρόφηση, αφομοίωση, ευθυγραμμία, ευθυγράμμιση, ευθυγράμμισης, την ευθυγράμμιση, της εναρμόνισης
- angleichungen στα ελληνικά - προσαρμογές, αναπροσαρμογές, προσαρμογών, ρυθμίσεις, διορθώσεις
Τυχαίες λέξεις
Angleichend στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίπου, αφομοιωτικός, εξομοιωτικό, αφομο, αφομοιωτικών, αφομοιωτικής
Μεταφράσεις: περίπου, αφομοιωτικός, εξομοιωτικό, αφομο, αφομοιωτικών, αφομοιωτικής