Λέξη: γειτονιά

Σχετικές λέξεις: γειτονιά

γειτονιά με τσέρκι, γειτονιά συνώνυμα, γειτονιά των αγγέλων, γειτονιά μασ, γειτονιά μου.gr, γειτονιά ορισμός, γειτονιά των ασμάτων, γειτονιά ο δρόμοσ σου στενόσ, γειτονιά της ειρήνης, γειτονιά σουβλάκια

Συνώνυμα: γειτονιά

γειτνίαση, εγγύτης, εγγύτητα, συνοικία

Μεταφράσεις: γειτονιά

γειτονιά στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
neighbourhood, neighborhood, vicinity, the neighborhood, neighborhood of, Neighbourhood

γειτονιά στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vecindad, afueras, barrio, vecindario, zona, barrio de, zona de

γειτονιά στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nähe, umgebung, nachbarschaft, viertel, stadtteil, Umgebung, Nähe, Viertel, Gegend

γειτονιά στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
climat, quartier, voisinage, alentours, proximité, quartier de, le quartier, région

γειτονιά στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vicinato, quartiere, zona, in zona, vicino a

γειτονιά στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vizinho, vizinhança, bairro, bairro de, no bairro, no bairro de

γειτονιά στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
nabijheid, buurt, nabuurschap, omgeving, wijk

γειτονιά στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
окрестность, округа, соседство, сопредельность, близость, околоток, район, окрестности, район соседского

γειτονιά στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nabolag, nabolaget, området, området i

γειτονιά στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
närhet, trakt, grannskap, område, område i, stadsdelen, i stadsdelen

γειτονιά στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lähiseutu, naapurusto, ympäristö, lähistö, paikka, kaupunginosa, naapuruus, -osassa, naapurustossa, naapuruston

γειτονιά στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kvarter, nabolag, kvarteret, område

γειτονιά στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
prostředí, sousedství, okolí, čtvrť, blízkost, sousedstvo, části, v části, čtvrti

γειτονιά στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sąsiedztwo, otoczenie, dzielnica, okolica, bliskość, dzielnicy, okolicy, sąsiedztwa

γειτονιά στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szomszédság, környéken, szomszédságában, szomszédsági, környékén

γειτονιά στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
semt, komşuluk, mahalle, mahallede, bir mahalle

γειτονιά στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сусіди, округи, округу, приблизно, район, околиці, округа, міста, оточенні, околі

γειτονιά στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fqinjësi, lagje, lagjen, lagjes, lagjja, lagje të

γειτονιά στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
квартал, махала, съседство, за съседство, на съседство

γειτονιά στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
наваколлі, ваколіцы

γειτονιά στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ümbruskond, naabrus, naabruskond, naabruses, Ümbruskonna, naabruskonnas

γειτονιά στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
susjedni, susjedi, susjedstvo, granični, okolina, susjedstvu, ambijent, četvrt, četvrti

γειτονιά στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
nágrenni, grennd, hverfi, hverfinu, hverfis, Meðaltal, hverfið

γειτονιά στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kaimynystė, Kaimynystės, kaimynystėje, Neighborhood, kaimynystėje apsistojusių svečių įvert

γειτονιά στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apkaime, apkārtne, kaimiņattiecību, rajons, apkārtnē, kaimiņu

γειτονιά στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
соседството, соседство, маало, населба, населбата

γειτονιά στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
apropiere, cartier, vecinătate, cartierul, de vecinătate, vecinătatea

γειτονιά στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
okolica, okolí, okolico, soseska, soseski, soseščina, sosedstvo

γειτονιά στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
okolí, štvrť, susedstvo, susedstva, susedstve, susedskej, susedská

Στατιστικά δημοτικότητας: γειτονιά

Τυχαίες λέξεις