Anlocken στα ελληνικά
Μετάφραση: anlocken, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δελεάζω, προσέλκυση, προσελκύσει, προσελκύουν, την προσέλκυση, προσελκύσουν
![Anlocken στα ελληνικά Anlocken στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-de-gr-2107.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anliegend στα ελληνικά - πρόσφορος, προσαρμογή, συναρμολόγηση, εφαρμογή, τοποθέτηση, εξάρτημα
- anlieger στα ελληνικά - γείτονας, γείτονα, γείτονά, πλησίον, γειτονική
- anlässe στα ελληνικά - φορές, περιπτώσεις, περιστάσεις, ευκαιρίες
Τυχαίες λέξεις
Anlocken στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δελεάζω, προσέλκυση, προσελκύσει, προσελκύουν, την προσέλκυση, προσελκύσουν
Μεταφράσεις: δελεάζω, προσέλκυση, προσελκύσει, προσελκύουν, την προσέλκυση, προσελκύσουν