Anschließend στα ελληνικά
Μετάφραση: anschließend, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατόπιν, μεταγενέστερα, ακολούθως, στη συνέχεια, συνέχεια, εν συνεχεία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anschlagzettel στα ελληνικά - να σταματήσει, σταματήσει, σταματήσουν, σταματήσετε, σταματά να
- anschließen στα ελληνικά - συνδέω, συνδέσετε, συνδέστε, να συνδέσετε, συνδέσετε το
- anschluss στα ελληνικά - διασταύρωση, ανταπόκριση, σύνδεση, σχέση, σύνδεσης, πλαίσιο, σχετικά
- anschlusszüge στα ελληνικά - καλώδια σύνδεσης, τα καλώδια σύνδεσης, καλωδίων σύνδεσης, αγωγούς σύνδεσης, καλώδιο σύνδεσης
Τυχαίες λέξεις
Anschließend στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατόπιν, μεταγενέστερα, ακολούθως, στη συνέχεια, συνέχεια, εν συνεχεία
Μεταφράσεις: κατόπιν, μεταγενέστερα, ακολούθως, στη συνέχεια, συνέχεια, εν συνεχεία