Anwohner στα ελληνικά

Μετάφραση: anwohner, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάτοικος, μόνιμος, τους κατοίκους της περιοχής, κατοίκους της περιοχής, κατοίκων της περιοχής, κατοίκους της, κατοίκων της
Anwohner στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anwesenheit στα ελληνικά - παρουσία, παρουσίας, την παρουσία, ύπαρξη, η παρουσία
  • anwählen στα ελληνικά - επιλέξτε, επιλέξετε, επιλογή, να επιλέξετε, επιλέξει
  • anwälte στα ελληνικά - δικηγόροι, δικηγόρους, οι δικηγόροι, δικηγόρων, τους δικηγόρους
Τυχαίες λέξεις
Anwohner στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάτοικος, μόνιμος, τους κατοίκους της περιοχής, κατοίκους της περιοχής, κατοίκων της περιοχής, κατοίκους της, κατοίκων της