Μόνιμος στα γερμανικά

Μετάφραση: μόνιμος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ortsansässige, anwohner, gleichmäßig, anhaltend, nachhaltig, dauerwelle, ständig, ortsansässiger, bleibend, einwohner, dauerhaft, permanent, fest, permanente
Μόνιμος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μόνιμος

μόνιμος κάτοικος- το κορίτσι, μόνιμος μηχανισμός κινητικότητας, μόνιμος κάτοικος- σε είδα, μόνιμος κάτοικος feat.ειρήνη σταματάκη - η φωνή, μόνιμος κάτοικος feat. πάνος γουργιώτης - όνειρο στιχοι, μόνιμος λεξικό γλώσσας γερμανικά, μόνιμος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • μόλυνση στα γερμανικά - umweltbelastung, infektion, vergiftung, ansteckung, kontamination, verseuchung, Infektion, ...
  • μόνιμα στα γερμανικά - ständig, stetig, dauerhaft, permanent, fest, endgültig
  • μόνο στα γερμανικά - einsam, einzig, lediglich, allein, nur, einzige, erst, ...
  • μόνος στα γερμανικά - abgeschieden, einzig, ledig, eins, unverheiratet, einsam, alleine, ...
Τυχαίες λέξεις
Μόνιμος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: ortsansässige, anwohner, gleichmäßig, anhaltend, nachhaltig, dauerwelle, ständig, ortsansässiger, bleibend, einwohner, dauerhaft, permanent, fest, permanente