Areal στα ελληνικά
Μετάφραση: areal, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πατρίδα, χώρα, περιοχή, εξοχή, επιφανειακή, την επιφανειακή
Μεταφράσεις
- archäologisch στα ελληνικά - αρχαιολογικά, αρχαιολογική, αρχαιολογικό, αρχαιολογικής, από αρχαιολογική
- archäologisches στα ελληνικά - αρχαιολογικός, αρχαιολογικό, αρχαιολογικά, αρχαιολογικούς, αρχαιολογικών
- arena στα ελληνικά - αρένα, κονίστρα, Arena, σκηνή, στίβο
- arg στα ελληνικά - φοβερός, τρομερός, οδυνηρώς, σοβαρά, απολύτως, οδυνηρή
Τυχαίες λέξεις
Areal στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πατρίδα, χώρα, περιοχή, εξοχή, επιφανειακή, την επιφανειακή
Μεταφράσεις: πατρίδα, χώρα, περιοχή, εξοχή, επιφανειακή, την επιφανειακή