Aspirieren στα ελληνικά
Μετάφραση: aspirieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναρροφώ, αναρρόφηση, αναρροφήστε, αναρρόφημα, παρακέντηση, την αναρρόφηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aspiration στα ελληνικά - φιλοδοξία, απορρόφηση, βλέψη, αναρρόφησης, αναρρόφηση, αναρροφήσεως, προσδοκία
- aspirationen στα ελληνικά - φιλοδοξίες, προσδοκίες, επιδιώξεις, τις φιλοδοξίες, τις προσδοκίες
- aspirierend στα ελληνικά - αναρροφώντα, με αναρρόφηση, ρόφησης
- aspiriert στα ελληνικά - αναρροφούμενα, αναρροφημένος, αναρροφηθέντα, αναρροφηθέντος, αναρροφούμενος
Τυχαίες λέξεις
Aspirieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναρροφώ, αναρρόφηση, αναρροφήστε, αναρρόφημα, παρακέντηση, την αναρρόφηση
Μεταφράσεις: αναρροφώ, αναρρόφηση, αναρροφήστε, αναρρόφημα, παρακέντηση, την αναρρόφηση