Λέξη: πανωφόρι

Σχετικές λέξεις: πανωφόρι

drakensang πανωφόρι, πανωφόρι βοσκών, πανωφόρι ανδρικο, πανωφόρι 2013, πανωφόρι για φορεμα, ονειροκρίτης πανωφόρι, γούνινο πανωφόρι, μαντω πανωφόρι, πανωφόρι για γαμο, πανωφόρι για μαυρο φορεμα

Συνώνυμα: πανωφόρι

παλτό, στρώμα, επικάλυμμα, σακάκι, τρίχωμα ζώου, επανωφόρι

Μεταφράσεις: πανωφόρι

πανωφόρι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
overcoat, coat, pelisse, great coat, jacket

πανωφόρι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
gabán, sobretodo, manto, abrigo, sobretodo de, abrigo de

πανωφόρι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mantel, überzieher, übermantel, Mantel, Überzugs, Überzug, Überzieher

πανωφόρι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
manteau, paletot, capote, pardessus, revêtement, surcouche

πανωφόρι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
soprabito, cappotto, pastrano, il soprabito, del soprabito

πανωφόρι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
casacão, sobretudo, macacões, casaco, revestimento, casaco de, sobretudo de

πανωφόρι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
overjas, jas, deklaag, overcoat, mantel

πανωφόρι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пальто, шинель, шинели, покрыти

πανωφόρι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
frakk, frakken, kappen, overbelegg, overcoat

πανωφόρι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
överrock, rock, överdrags, överrocken, rocken

πανωφόρι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
päällystakki, päällystakkia, overcoat, päällystakin, mantteli

πανωφόρι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
frakke, overfrakke, overtræk, overcoating, overcoat

πανωφόρι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kabát, svrchník, zimník, plášť, potah

πανωφόρι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
surdut, palto, osłona, płaszcz, jesionka, overcoat, płaszczowa, płaszcza

πανωφόρι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nagykabát, felöltő, kabátot, felöltője, felöltõ, felöltőt

πανωφόρι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
palto, kaplamanın, üst kaplama, üst kat, pardösü

πανωφόρι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пальто, пальтах, пальт, шинель, пальті, пальтом, пальта

πανωφόρι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
xhybe, pallto, pallto të, gabardinë, pardesy

πανωφόρι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
връхна дреха, балтон, палто, палтото

πανωφόρι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
палiто, паліто, пальто

πανωφόρι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
palitu, mantel, mantlid, overcoat, mantli

πανωφόρι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kaput, ogrtač, šinjel, premaz, gornji kaput

πανωφόρι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
yfirfrakki, overcoat, yfirhjúp

πανωφόρι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
paltas, overcoat, apsiaustas, paltai, milinė

πανωφόρι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mētelis, mēteli

πανωφόρι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Шинел, капут, мантил, палто

πανωφόρι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
palton, pardesiu, supraacoperire, paltonul, pardesiul

πανωφόρι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
plašč, površnik, overcoat, prevleke, prekrivna

πανωφόρι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zimník, kabát
Τυχαίες λέξεις