Δραστικός στα αγγλικά
Μετάφραση: δραστικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
drastic, potent, active, reactive
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: δραστικός
potent
- ισχυρός
- δυνατός
- δραστικός
- ικανός
- δραστικός
- αποτελεσματικός
- δραστικός
Σχετικές λέξεις: δραστικός
δραστικός συνώνυμα, δραστικός συνώνυμο, δραστικός όγκος αίματος, δραστικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, δραστικός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- δραστηριοποιούμαι στα αγγλικά - grapple, bestir oneself
- δραστηριότητα στα αγγλικά - activity, operation, activities, business, activity of
- δρεπάνι στα αγγλικά - scythe, sickle, a sickle, a scythe
- δριμύς στα αγγλικά - severe, bitter, harsh, tart, snappy, acrid
Τυχαίες λέξεις
Δραστικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: drastic, potent, active, reactive
Μεταφράσεις: drastic, potent, active, reactive