Auslieferung στα ελληνικά
Μετάφραση: auslieferung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδίδω, παράδοση, παραλαβή, διανομή, παράδοσης, παροχής, παροχή
Μεταφράσεις
- ausliefern στα ελληνικά - παραδίδω, εκφωνώ, πλοίο, πλοίου, πλοίων, του πλοίου, πλοία
- ausliefernd στα ελληνικά - Κατανομή φορτίων, η αποστολή, Dispatching, κατανομής φορτίων, απαγορευθεί η αποστολή
- auslinie στα ελληνικά - ομάδα, πλευρά, πλευρά αλλά, πλευρά αλλά ο, πλευρά όπου
- auslistung στα ελληνικά - ρίχνω, πετώ, ξεφορτώνομαι, διαγραφή, διαγραφής, τη διαγραφή, διαγραφή της
Τυχαίες λέξεις
Auslieferung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδίδω, παράδοση, παραλαβή, διανομή, παράδοσης, παροχής, παροχή
Μεταφράσεις: παραδίδω, παράδοση, παραλαβή, διανομή, παράδοσης, παροχής, παροχή