Aussetzung στα ελληνικά
Μετάφραση: aussetzung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκθεση, ανάρτηση, εναιώρημα, αναστολή, αναστολής, αιώρημα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aussetzen στα ελληνικά - παρατάω, προσφορά, προσφέρω, εγκαταλείπω, χαμηλώνω, έκθεση, ταπεινώνω, ...
- aussicht στα ελληνικά - ορίζοντας, τοπίο, θωριά, πανόραμα, άποψη, σκοπιά, τσιλιαδόρος, ...
- aussichten στα ελληνικά - θέα, άποψη, Outlook, προοπτικές, το Outlook
Τυχαίες λέξεις
Aussetzung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκθεση, ανάρτηση, εναιώρημα, αναστολή, αναστολής, αιώρημα
Μεταφράσεις: έκθεση, ανάρτηση, εναιώρημα, αναστολή, αναστολής, αιώρημα