Aussteigen στα ελληνικά
Μετάφραση: aussteigen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έξοδος, βγούμε, να βγούμε, βγούμε από, να βγει, βγει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ausstehen στα ελληνικά - στήριγμα, συμπαράσταση, υπομένω, γεννώ, εξέδρα, υποστήριγμα, αντέχω, ...
- aussteifung στα ελληνικά - τονωτικός, ενίσχυση, Η ενίσχυση, οπλισμός, οπλισμό, οπλισμού
- aussteiger στα ελληνικά - εγκατάλειψης του σχολείου, εγκατάλειψης, εγκατάλειψη, διαρροής, πρόωρης εγκατάλειψης
- aussteigerin στα ελληνικά - εγκατάλειψης του σχολείου, εγκατάλειψης, εγκατάλειψη, διαρροής, πρόωρης εγκατάλειψης
Τυχαίες λέξεις
Aussteigen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έξοδος, βγούμε, να βγούμε, βγούμε από, να βγει, βγει
Μεταφράσεις: έξοδος, βγούμε, να βγούμε, βγούμε από, να βγει, βγει