Λέξη: καθετήρας
Σχετικές λέξεις: καθετήρας
καθετήρασ foley, καθετήρας γαστροστομίας, καθετήρας hickman, καθετήρας σιλικόνης, καθετήρας nelaton, καθετήρας ούρων παρενεργειες, καθετήρας levin, καθετήρας σίτισης, καθετήρας swan ganz, καθετήρας ούρων
Συνώνυμα: καθετήρας
επιμελής εξέταση, καθετήρ
Μεταφράσεις: καθετήρας
καθετήρας στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
probe, catheter, catheter is, catheter was, probe shall
καθετήρας στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tienta, sonda, catéter, catéter de, del catéter, de catéter
καθετήρας στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wahrscheinlich, tester, sonde, tastkopf, probe, untersucher, Katheter, Katheters
καθετήρας στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sondage, scruter, sondez, explorer, sonde, sondent, scrutez, scrutent, enquête, sonder, sondons, cathéter, cathéter de, cathéter à, le cathéter
καθετήρας στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sonda, catetere, del catetere, catetere di, il catetere, cateteri
καθετήρας στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cateter, cateter de, do cateter, catéter, de cateter
καθετήρας στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
katheter, catheter, de katheter, katheterlichaam
καθετήρας στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
изучать, зонд, зондирование, испытание, выучивать, щуп, катетер, катетера, катетером, катетерная
καθετήρας στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sonde, kateter, kateteret
καθετήρας στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
undersöka, sondera, kateter, katetern, katetem
καθετήρας στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tutkain, urkkia, luotauslaite, hapuilla, luotain, katetri, katetrin, katetria, katetriin, katetrista
καθετήρας στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kateter, kateteret, katetret, kateterets
καθετήρας στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
sondovat, sonda, sondáž, prozkoumat, sondování, katétr, katetr, katétru, katetru, cévka
καθετήρας στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wzór, zgłębiać, próbka, sondować, wgłębić, próbnik, przeszukiwać, sonda, cewnik, cewnika, cewnikiem, cewnikowy, cewników
καθετήρας στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
minta, katéter, katétert, katéteren, katéterrel, katéteres
καθετήρας στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sonda, kateter, kateteri, kateterin, katater
καθετήρας στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
доказово, катетер
καθετήρας στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kateteri, kateter, kateterit, i kateterit, kateteri të
καθετήρας στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
катетър, катетъра, на катетъра, катетер
καθετήρας στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
катетер, катэтар
καθετήρας στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sond, kateeter, kateetri, kateetrit, kateedri, kateetriga
καθετήρας στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sonda, ispipavati, sonde, ispitivač, istraživati, kateter, katetera, katetera za, catheter, kateterom
καθετήρας στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
legginn, æðalegg, leggurinn, hollegg, æðaleggur
καθετήρας στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kateteris, kateterio, kateterį, kateterių, kateteriu
καθετήρας στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kateters, katetru, katetrs, katetra, katetra ievadīšanas
καθετήρας στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
катетер, катетерот, на катетерот, катетер за, со катетер
καθετήρας στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cateter, cateterului, cateterul, de cateter, cateter de
καθετήρας στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sonda, kateter, katetra, katetrom, s katetrom
καθετήρας στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
sonda, katéter, katétra, kateter, permanentný katéter