Austauschen στα ελληνικά
Μετάφραση: austauschen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανταλλάσσω, αλλαγή, αλλάζω, αντικαθιστώ, διακόπτης, ανταλλαγή, ανταλλαγής, την ανταλλαγή, ισοτιμία, συναλλάγματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- austauschbar στα ελληνικά - παρόμοιος, εναλλάξιμα, εναλλάξιμες, εναλλάξιμο, ανταλλάξιμες, εναλλάξιμων
- austauschbarkeit στα ελληνικά - ανταλλαξιμότητα, ανταλλαξιμότητας, συναλλαγματική ισοτιμία, εναλλαξιμότητα, διατίθεται συναλλαγματική ισοτιμία
- austauschend στα ελληνικά - ανταλλαγή, την ανταλλαγή, ανταλλάσσοντας, ανταλλαγής, ανταλλάσσουν
- austeilen στα ελληνικά - απονέμω, μοιράζω, διανέμω, συμφωνία, συμφωνίας, διαπραγμάτευση, πολλά, ...
Τυχαίες λέξεις
Austauschen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανταλλάσσω, αλλαγή, αλλάζω, αντικαθιστώ, διακόπτης, ανταλλαγή, ανταλλαγής, την ανταλλαγή, ισοτιμία, συναλλάγματος
Μεταφράσεις: ανταλλάσσω, αλλαγή, αλλάζω, αντικαθιστώ, διακόπτης, ανταλλαγή, ανταλλαγής, την ανταλλαγή, ισοτιμία, συναλλάγματος