Autoritäten στα ελληνικά
Μετάφραση: autoritäten, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δίαιτα, κυβέρνηση, καθεστώς, πολίτευμα, αρχές, Οι αρχές, αρχών, Αυτοδιοίκησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- autoritär στα ελληνικά - απολυταρχικός, αυταρχική, αυταρχικό, αυταρχικά, αυταρχικών
- autorität στα ελληνικά - εξουσία, κύρος, αυθεντία, αρχή, αρχής, αρχές, αρχή που
- autoräuber στα ελληνικά - επιδρομείς, Raiders, επιδρομέων, τους επιδρομείς, Ρέιντερς
- autos στα ελληνικά - αυτοκίνητα, αυτοκινήτων, τα αυτοκίνητα, οχήματα, οχημάτων
Τυχαίες λέξεις
Autoritäten στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δίαιτα, κυβέρνηση, καθεστώς, πολίτευμα, αρχές, Οι αρχές, αρχών, Αυτοδιοίκησης
Μεταφράσεις: δίαιτα, κυβέρνηση, καθεστώς, πολίτευμα, αρχές, Οι αρχές, αρχών, Αυτοδιοίκησης