Basis στα ελληνικά

Μετάφραση: basis, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάση, ευτελής, βάθρο, πόδι, βάσης, βάσεως, βασικό, βάσεων
Basis στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • basilikum στα ελληνικά - βασιλικός, βασιλικό, βασιλικού, Βασίλης, Basil
  • basilisk στα ελληνικά - δράκων, Basilisk, βασιλίσκος, βασιλίσκος-, βασιλίσκων
  • basisband στα ελληνικά - baseband, βασικής ζώνης, βασικής συχνότητος, ζώνης βάσης, βασικής
  • basisch στα ελληνικά - βασικός, βασικού, βασικές, βασική, βασικών
Τυχαίες λέξεις
Basis στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάση, ευτελής, βάθρο, πόδι, βάσης, βάσεως, βασικό, βάσεων