Batterie στα ελληνικά

Μετάφραση: batterie, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπαταρία, συστοιχία, μπαταρίας, της μπαταρίας, μπαταριών, συσσωρευτή
Batterie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • batist στα ελληνικά - βατίστα, βατίστας, Μπατίστ, της βατίστας
  • batisten στα ελληνικά - Batisten
  • batteriebetrieben στα ελληνικά - λειτουργεί με μπαταρία, που λειτουργούν με μπαταρία, που λειτουργεί με μπαταρία, λειτουργούν με μπαταρία, λειτουργεί με μπαταρία και
  • batterieladegerät στα ελληνικά - φορτιστής, φορτιστή, φόρτισης, του φορτιστή, το φορτιστή
Τυχαίες λέξεις
Batterie στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπαταρία, συστοιχία, μπαταρίας, της μπαταρίας, μπαταριών, συσσωρευτή