Baumwolle στα ελληνικά
Μετάφραση: baumwolle, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαμβακερό, βαμβακερός, βαμβάκι, βαμβακιού, το βαμβάκι, βάμβακος, βαμβακερά
Μεταφράσεις
- baumwolldrillich στα ελληνικά - τζιν, twill βαμβακιού
- baumwolldrilliche στα ελληνικά - denims, τζιν, ντένιμ, τα τζιν, denims με
- baumwollsamt στα ελληνικά - φέλπα, Velveteen, φθηνό βελούδο
- baumwollsatin στα ελληνικά - βαμβακερό σατέν, σατέν, sateen, ατλάζι, τεχνητό ατλάζι
Τυχαίες λέξεις
Baumwolle στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαμβακερό, βαμβακερός, βαμβάκι, βαμβακιού, το βαμβάκι, βάμβακος, βαμβακερά
Μεταφράσεις: βαμβακερό, βαμβακερός, βαμβάκι, βαμβακιού, το βαμβάκι, βάμβακος, βαμβακερά