Beförderung στα ελληνικά

Μετάφραση: beförderung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προώθηση, ανάδειξη, προαγωγή, μεταφορά, μεταφοράς, μεταφορές, μεταφορών, τη μεταφορά
Beförderung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • befördernd στα ελληνικά - φόρτωση, αποστολές, ναύλωση, φορτοεκφορτώσεις, ναύλωσης
  • befördert στα ελληνικά - μεταφέρονται, μεταφερθεί, μεταφέρεται, μεταφερθούν, που μεταφέρονται
  • beförderungsmittel στα ελληνικά - μέσο μεταφοράς, μεταφορικό μέσο, μέσου μεταφοράς, υλικό μεταφοράς, υπόστρωμα μεταφοράς
  • befühlen στα ελληνικά - δάκτυλο, αισθάνομαι, νιώθω, αισθάνονται, αισθάνεστε, αισθανθείτε
Τυχαίες λέξεις
Beförderung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προώθηση, ανάδειξη, προαγωγή, μεταφορά, μεταφοράς, μεταφορές, μεταφορών, τη μεταφορά