Λέξη: λεμόνι

Σχετικές λέξεις: λεμόνι

λεμόνι στα μαλλιά, λεμόνι μαρούσι, λεμόνι και σόδα, λεμόνι γλυκό, λεμόνι διατροφική αξία, λεμόνι βιβλιοπωλείο, λεμόνι grill house, λεμόνι με μέλι, λεμόνι θερμίδες, λεμόνι με νερό, το λεμόνι, κέικ λεμόνι, γλυκό λεμόνι, μους λεμόνι, κεικ λεμόνι, ελιά λεμόνι

Συνώνυμα: λεμόνι

λεμόνιο, κάτι άσχημον

Μεταφράσεις: λεμόνι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
lemon, of lemon, lemon juice, a lemon
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
limón, de limón, el limón, del limón, lemon
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zitrone, limone, Zitronen, lemon
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
limon, citron, de citron, lemon, le citron, au citron
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
limone, di limone, al limone, il limone, del limone
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
legitimar, limão, cidra, de limão, do limão, lemon, o limão
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
citroen, lemon, citroen-, citroenbomen, citroensap
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
лимон, способ, лимона, лимонный, лимонного, лимоном
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sitron, lemon, grønn sitron, sitrons
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
citron, grön citron, lemon, citronen
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sitruuna, sitruunan, lemon, sitruunaa
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
citron, lemon, citronsaft, citroner
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
citrón, citron, citroník, citronové, citronu
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bubel, brzydula, cytryna, cytrynowy, cytryny, lemon, z cytryny
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
citrom, citromos, citrommal, a citrom, citromlé
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
limon, lemon, limonlu
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лемінг, лимон
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
limoni, limon, limonit, limoni i
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лимон, лимонов, лимонова, от лимон, лимоновия
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цытрына, лімон, цытрыну
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sidrun, sidruni, sidruniga, sidruni-, sidrunimahla
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
limun, limuna, od limuna, limunovog, limunova
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sítrónu, Lemon, sítróna, sítrónupipar
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
citrina, citrinų, citrinos, citrininės, lemon
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
citrons, citronu, citrona, mazmutes, citronkrāsas
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лимонот, лимон, од лимон, лимонов
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lămâie, lamaie, de lamaie, de lămâie, lămâi
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
citrón, citron, limona, lemon, limone, limono, limonin
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
citrón, citróna

Στατιστικά δημοτικότητας: λεμόνι

Τυχαίες λέξεις