Behälter στα ελληνικά
Μετάφραση: behälter, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεξαμενή, κάδος, αποθήκη, ταμείο, κουβάς, δοχείο, περιέκτη, δοχείου, περιέκτης, εμπορευματοκιβωτίων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- behutsamkeit στα ελληνικά - προειδοποιώ, περίσκεψη, προειδοποίηση, επιφύλαξη, προφυλακτικότητα, επιφυλακτικότητα, επιφυλακτικότητας, ...
- behält στα ελληνικά - αποθεματικά, αποθεματικών, αποθέματα, αποθεμάτων, διατηρεί
- behörde στα ελληνικά - κύρος, αυθεντία, εξουσία, πρακτορείο, υπηρεσία, αρχή, αρχής, ...
- behörden στα ελληνικά - αυθεντία, καθεστώς, δίαιτα, κυβέρνηση, πολίτευμα, εξουσία, κύρος, ...
Τυχαίες λέξεις
Behälter στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεξαμενή, κάδος, αποθήκη, ταμείο, κουβάς, δοχείο, περιέκτη, δοχείου, περιέκτης, εμπορευματοκιβωτίων
Μεταφράσεις: δεξαμενή, κάδος, αποθήκη, ταμείο, κουβάς, δοχείο, περιέκτη, δοχείου, περιέκτης, εμπορευματοκιβωτίων