Beifügung στα ελληνικά

Μετάφραση: beifügung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπλήρωμα, βάζω, εισάγω, αναπληρωτής, εισάγετε, τοποθετήστε, εισαγάγετε, εισαγωγή, τοποθετήσετε
Beifügung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beifügen στα ελληνικά - προσθέτω, περιλαμβάνω, συμπεριλαμβάνω, προσθέστε, προσθέσετε, προσθέτουν, προσθέσει, ...
  • beifügend στα ελληνικά - αποδίδοντας, αποδίδουν, αποδίδει, απόδοση, την απόδοση
  • beifügungen στα ελληνικά - ένθετα, ενθέματα, ενθέτων, προσθήκες, εισάγει
  • beigabe στα ελληνικά - συμπλήρωμα, αναπληρωτής, πρόσθεση, Επιπλέον, προσθήκη, Εκτός, προσθήκης
Τυχαίες λέξεις
Beifügung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπλήρωμα, βάζω, εισάγω, αναπληρωτής, εισάγετε, τοποθετήστε, εισαγάγετε, εισαγωγή, τοποθετήσετε