Belästigen στα ελληνικά
Μετάφραση: belästigen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ερεθίζω, κουρέλι, απογοητεύω, ανατρέπω, κόπος, ενοχλούμαι, παρενοχλώ, τσουκνίδα, ενοχλώ, χαλίκι, διάβολος, σκοτίζομαι, ενόχληση, ενοχλεί, κόπο, τον κόπο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- belustigungen στα ελληνικά - διασκέδαση, διασκεδάσεις, ψυχαγωγίας, διασκέδασης, αναψυχή
- beläge στα ελληνικά - καλύμματα, επενδύσεις, επικαλύψεις, επικαλύψεων, καλυμμάτων
- belästigend στα ελληνικά - ενοχλητικός, ενοχλητικό, ενοχλητικά, ενοχλητική, ενοχλητικές
- belästigt στα ελληνικά - παρενοχλούνται, παρενόχλησαν, παρενόχλησε, παρενοχλήσεις, παρενόχληση
Τυχαίες λέξεις
Belästigen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ερεθίζω, κουρέλι, απογοητεύω, ανατρέπω, κόπος, ενοχλούμαι, παρενοχλώ, τσουκνίδα, ενοχλώ, χαλίκι, διάβολος, σκοτίζομαι, ενόχληση, ενοχλεί, κόπο, τον κόπο
Μεταφράσεις: ερεθίζω, κουρέλι, απογοητεύω, ανατρέπω, κόπος, ενοχλούμαι, παρενοχλώ, τσουκνίδα, ενοχλώ, χαλίκι, διάβολος, σκοτίζομαι, ενόχληση, ενοχλεί, κόπο, τον κόπο