Bequemlichkeit στα ελληνικά

Μετάφραση: bequemlichkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρηγορώ, άνεση, καταπραΰνω, ευκολία, εξυπηρέτησή, καλύτερη εξυπηρέτησή, την καλύτερη εξυπηρέτησή
Bequemlichkeit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bequemer στα ελληνικά - βολικός, κατάλληλος, εύκολος, βολικό, βολική
  • bequemheit στα ελληνικά - εύκολα, εύκολα να, εύκολη, εύκολα την, ευκολία
  • bequemste στα ελληνικά - άνετος, άνετα, άνετο, άνετη, άνετες
  • beratend στα ελληνικά - συμβουλευτικός, συμβουλευτική, συμβουλευτικής, συμβουλευτικών, συμβουλευτικές
Τυχαίες λέξεις
Bequemlichkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρηγορώ, άνεση, καταπραΰνω, ευκολία, εξυπηρέτησή, καλύτερη εξυπηρέτησή, την καλύτερη εξυπηρέτησή