Besorgen στα ελληνικά
Μετάφραση: besorgen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασφαλίζω, ασφαλής, εδραιώνω, διασφαλίζω, πάρει, πάρετε, να πάρει, να πάρετε, λάβετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- besonnen στα ελληνικά - γνωστικός, ισορροπημένος, νηφάλια, συνετός, και με ρεαλισμό
- besonnenheit στα ελληνικά - σωφροσύνη, νηφαλιότητα
- besorgnis στα ελληνικά - ταραχή, φόβος, προβληματισμός, ανησυχία, ενδιαφέρον, σύλληψη, αφορούν, ...
- besorgniserregend στα ελληνικά - ανησυχητικό, ανησυχητική, ανησυχητικές, ανησυχητικά, ανησυχία
Τυχαίες λέξεις
Besorgen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασφαλίζω, ασφαλής, εδραιώνω, διασφαλίζω, πάρει, πάρετε, να πάρει, να πάρετε, λάβετε
Μεταφράσεις: ασφαλίζω, ασφαλής, εδραιώνω, διασφαλίζω, πάρει, πάρετε, να πάρει, να πάρετε, λάβετε