Besteuern στα ελληνικά

Μετάφραση: besteuern, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προβληματίζω, φορολογώ, φόρος, φόρου, φόρο, φορολογικών, φορολογική
Besteuern στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bestens στα ελληνικά - πολύ καλά, καλά, κάλλιστα, πολύ καλή, κάλλιστα να
  • bester στα ελληνικά - καλύτερος, καλύτερα, καλύτερο, καλύτερη, καλύτερες
  • besteuert στα ελληνικά - φορολογητέα, φορολογητέο, φορολογητέων, υποκείμενος στον, υποκείμενος στο
  • besteuertem στα ελληνικά - φορολογούνται, φορολογείται, φορολογηθεί, φορολογηθούν, φορολόγηση
Τυχαίες λέξεις
Besteuern στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προβληματίζω, φορολογώ, φόρος, φόρου, φόρο, φορολογικών, φορολογική