Beziehung στα ελληνικά

Μετάφραση: beziehung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σέβομαι, τράβηγμα, προβληματισμός, ενδιαφέρον, τραβώ, σεβασμός, ανησυχία, σχέση, σχέσης, σχέσεις, σχέσεων, τη σχέση
Beziehung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beziehend στα ελληνικά - παραπέμποντας, αναφερόμενος, αναφέρεται, αιτούν, αναφορά
  • bezieht στα ελληνικά - αναφέρεται, παραπέμπει, αφορά, σημαίνει, αναφέρει
  • beziehungen στα ελληνικά - σχέσεις, σχέσεων, οι σχέσεις, τις σχέσεις, σχέση
  • beziehungskiste στα ελληνικά - σχέση, κλουβί, καφάσι, κιβώτιο, καφασιού, κιβωτίου
Τυχαίες λέξεις
Beziehung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σέβομαι, τράβηγμα, προβληματισμός, ενδιαφέρον, τραβώ, σεβασμός, ανησυχία, σχέση, σχέσης, σχέσεις, σχέσεων, τη σχέση