Λέξη: περίβλημα
Σχετικές λέξεις: περίβλημα
ζελατινώδες περίβλημα, περίβλημα φαρμάκου, κυρτό περίβλημα, περίβλημα λεξικό
Συνώνυμα: περίβλημα
κέλυφος, τσιμούχα, στούπωμα, σακάκι, μπουφάν, ζακέτα, χιτώνιο, δέρμα, υμήν, κάλυμμα
Μεταφράσεις: περίβλημα
περίβλημα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
shield, jacket, housing, casing, enclosure, shell
περίβλημα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
escudo, broquel, proteger, resguardar, escudar, chaqueta, chaqueta de, la chaqueta, camisa, la chaqueta de
περίβλημα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abschirmung, schirmen, abgeschirmt, schutzschild, schild, schützen, Jacke, Mantel, Ummantelung
περίβλημα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
écran, abriter, abri, égide, voiler, défense, armoiries, cacher, défendre, protection, protéger, préserver, écu, bouclier, enseigne, couvrir, veste, enveloppe, chemise, blouson, veston
περίβλημα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
riparare, proteggere, giacca, rivestimento, giubbotto, giacca di, rivestimento di
περίβλημα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
aconchegar, tabuleta, escudar, escudo, âncora, abrigar, jaqueta, casaco, revestimento, jaqueta de, camisa
περίβλημα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schild, bord, bordje, uithangbord, jas, jasje, colbert, jack, jacket
περίβλημα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
экран, заслонять, осенять, защитник, щит, защита, экранировать, куртка, жакет, куртки, пиджак, куртку
περίβλημα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skjold, vern, jakke, jakken, jacket, kappe
περίβλημα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skydda, sköld, jacka, jackan, jacket, klår upp
περίβλημα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kilpi, suojata, takki, jacket, takin, jakku
περίβλημα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
skjold, jakke, jacket, kappe, jakken, kappen
περίβλημα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ochrana, štít, zakrývat, kryt, znak, stínit, chránit, stínítko, clona, skrývat, bunda, sako, plášť, bundy, bundu
περίβλημα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ochraniać, tarczka, tarcza, ekran, osłona, pancerz, osłonić, puklerz, osłaniać, kurtka, marynarka, żakiet, kurtki, jacket
περίβλημα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pártfogó, pajzs, kabát, dzseki, zakó, burkolat, kabátot
περίβλημα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kalkan, ceket, jacket, ceketi, kılıf, gömlek
περίβλημα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
екранувати, щит, куртка
περίβλημα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
xhaketë, xhaketë e, xhaketë të, këmishë, xhaketa
περίβλημα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
щит, яке, сако, изолация, кожух, на сакото
περίβλημα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абараняць, куртка
περίβλημα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kilp, jope, jakk, jaki, pintsak
περίβλημα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zaštititi, štititi, zaštitnik, zaštita, štita, jakna, jaknu, jacket, jakne, sako
περίβλημα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skjöldur, jakka, jakki, jakkinn
περίβλημα στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
tectum
περίβλημα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
apsauga, skydas, striukė, švarkas, liemenė, švarkelis, striukės
περίβλημα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vairogs, aizsargs, ekrāns, jaka, žakete, apvalks, jaciņa, jaku
περίβλημα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
штитот, јакна, јакната, сако, палто, палтото
περίβλημα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
scut, sacou, jacheta, manta, jachetă, manta de
περίβλημα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
jakna, jacket, suknjič, jopič, jakno
περίβλημα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kryt, štít, clona, bunda
Τυχαίες λέξεις